Skip to main content

Συντάκτης Ύλης

SyntaktisYlis cover 
Του Δημήτρη Γ. Κουμπιά

Το Νοέμβριο του 2023, παρουσιάζοντας το www.syntaktisylis.gr  έγραφα ότι «η ιδέα του site γεννήθηκε όταν αναζητούσα τρόπο ν’ ανταποκριθώ στις ερωτήσεις, συναδέλφων κυρίως, για το πώς θα μπορούσαν ν’ αποκτήσουν το εξαντλημένο από το 2007 πόνημά μου με τίτλο “Ο Συντάκτης Ύλης”. Δεν σκέφτηκα βέβαια να ξανατυπώσω το βιβλίο, το οποίο προοριζόταν “για σπουδαστές δημοσιογραφίας” και είχε εκδοθεί δυο φορές τότε που δίδασκα· το 1996 και το 2005, ενώ μέχρι την πρώτη έκδοση, από το 1976 μοιραζόταν στους σπουδαστές – αρχής γενομένης από το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας – σε φωτοτυπίες μετά από κάθε μάθημα. Τελικά αποφάσισα να το επανεκδώσω διαδικτυακά. Ο τίτλος του βιβλίου, αλλά και η ειδικότητά μου στη δημοσιογραφία ενέπνευσαν και την ονομασία του site».
Ωστόσο, «ποτέ μη λες ποτέ»· το βιβλίο ξανατυπώθηκε, ύστερα από πρόταση του εκδότη Μπάμπη Μπαρμπουνάκη. Πολλά από όσα - χρήσιμα τότε -, περιλαμβάνονταν στις “Σημειώσεις”, στην τέταρτη, έντυπη, έκδοση ίσως έχουν μόνον ιστορική αξία. Τι να πεις σήμερα για τα τηλέτυπα, τα τηλεγραφήματα, τη στοιχειοθεσία, το μάρμαρο, τα κλισέ… Ακόμη και για το καρμπόν ορισμένων ρεπόρτερ, όταν το ρεπορτάζ τείνει να υποκατασταθεί από τα Δελτία Τύπου ή το… copy paste.

Και όμως, έχουμε πολλά να πούμε· απόδειξη το ότι οι 49.935 λέξεις της διαδικτυακής έκδοσης, στην έντυπη έφτασαν τις 96.765.Η πρόταση των Εκδόσεων Μπαρμπουνάκη να επανεκδοθεί “Ο Συντάκτης Ύλης”, ξύπνησε μέσα μου τον ερευνητή ρεπόρτερ. Έτσι, το βιβλίο εμπλουτίστηκε και εκσυγχρονίστηκε, με μαθήματα για τη φριλάνς δημοσιογραφία – που το 1989 εμποδίστηκα… συνδικαλιστικά να διδάξω * –, χρήσιμα ακόμη και στους δημοσιογραφούντες στα social media, αλλά και με θεματολογία που διερευνά το μέλλον του επαγγέλματος, με ξεχωριστό κεφάλαιο την επίδραση της Τεχνητής Νοημοσύνης σ’ αυτό· δεν λέω επίπτωση, για να μη φανώ απαισιόδοξος.
Στον πρόλογο της διαδικτυακής έκδοσης σημείωνα ότι «το βιβλίο μπορεί να θεωρηθεί σαν ρέκβιεμ στη Δημοσιογραφία άλλων εποχών, όχι πολύ μακρινών. Και περισσότερο, σαν μια εκ βαθέων εξομολόγηση ενός συντάκτη ύλης».  Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, στην καινούργια έκδοση προτάσσω το “ρέκβιεμ”, αναδιατάσσοντας την ύλη, με στόχο να γίνει το βιβλίο πιο επίκαιρο· και να μην απευθύνεται μόνο σε σπουδαστές δημοσιογραφίας.

Με την αναδιάταξη, δικαιώνω κατά κάποιο τρόπο τον αξέχαστο φίλο και συνάδελφο Νίκο Τσιπλάκο, που έγραψε το 2004, στο  ημερήσιο τότε “Βήμα“, παρουσιάζοντας τη δεύτερη έκδοση: «Θα αποτελέσει βασικό εργαλείο των σπουδαστών δημοσιογραφίας που θα θελήσουν να εντρυφήσουν στη συγκεκριμένη ειδικότητα, αλλά και ενδιαφέρον ανάγνωσμα για εκείνους που επιθυμούν να μάθουν πώς λειτουργούν από μέσα τα ΜΜΕ».

Ο σκαπανέας κάθε εντύπου

Για την τέταρτη έκδοση του «Συντάκτη Ύλης»,  ο δημοσιογράφος Φοίβος Θ. Καρζής έγραψε: Η δημοσιογραφία ζει τα τελευταία λίγα χρόνια μια αλλαγή τόσο μεγάλη όσο δεν είχαν φέρει στο επάγγελμα οι προηγούμενες δεκαετίες. Η ψηφιακή τεχνολογία και τα νέα μέσα την έχουν επηρεάσει ίσως περισσότερο και από τη μετάβαση στην εποχή της εικόνας, όταν η τηλεόραση έγινε το σύμβολο της μεταπολεμικής εποχής. Αλλά για όποιον θέλει να την κατανοήσει, και ακόμη περισσότερο για όποιον θέλει να γίνει δημοσιογράφος, η γνώση και η εξοικείωση με την παραδοσιακή, έντυπη μορφή της εξακολουθεί να αποτελεί το καλύτερο όχημα. Και «Ο Συντάκτης Ύλης» του Δημήτρη Κουμπιά είναι η καλύτερη εισαγωγή στο επάγγελμα του δημοσιογράφου μέσα από μια ειδικότητα που είναι η λιγότερο γνωστή, η λιγότερο προβεβλημένη και η πιο ουσιαστική και απαραίτητη στη διαδικασία έκδοσης μιας εφημερίδας - αλλά, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης του βιβλίου, εξίσου ουσιαστική και στις σύγχρονες μορφές ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας, στις ιστοσελίδες ή ακόμη και τα κοινωνικά δίκτυα.

«Ο Συντάκτης Ύλης» είναι ο σκαπανέας κάθε εντύπου, ο αφανής ήρωας της καθημερινής διαδικασίας της έκδοσης. Η δουλειά του είναι να συγκεντρώνει τα κείμενα των συντακτών, να τα μορφοποιεί, να τα κατανέμει στη σελίδα, να αποφασίζει ποιο θα προβληθεί, ποιο θα μπει σε δεύτερη μοίρα και ποιο δεν θα βρει ποτέ το δρόμο προς τη δημοσίευση. Αυτή η απόφαση είναι η πιο απαιτητική και πιο ουσιαστική πλευρά της «ύλης» -όπως αποκαλείται στη δημοσιογραφική αργκό- μαζί με την επιλογή ενός τίτλου που θα κρατήσει τον αναγνώστη και θα τον κάνει να διαβάσει το κείμενο. Είναι ταυτόχρονα η αρχιτεκτονική και το μάρκετινγκ της δουλειάς των ρεπόρτερ, των αρθρογράφων, όλων των άλλων συντακτών.

Δεν είναι τυχαίο ότι από αυτή την ειδικότητα προέρχονταν οι περισσότεροι διευθυντές εφημερίδων. Και ο συγγραφέας του βιβλίου έχει κάνει όλη τη διαδρομή - από το ρεπορτάζ στους δρόμους μέχρι το γραφείο του διευθυντή και γι’ αυτό καταφέρνει να κάνει ελκυστικό ανάγνωσμα το πιο τεχνικό κομμάτι της δημοσιογραφικής δουλειάς.

Το υλικό συγκεντρώθηκε στη διαδρομή μισού αιώνα - από το 1976 όταν μοίραζε σε φωτοτυπίες τις σημειώσεις για το μάθημα της «ύλης» στους σπουδαστές του στο Εργαστήρι Δημοσιογραφίας. Το βιβλίο συνοψίζει την καθημερινή εμπειρία της δουλειάς, την πρακτική της, αλλά και τη θεωρία, τα μεγάλα δεοντολογικά ζητήματα που πάντοτε παραμένουν επίκαιρα και άλυτα, ξεκινώντας από το ερώτημα-τίτλο του πρώτου κεφαλαίου «Ποιος ασκεί την «τέταρτη εξουσία»».

Το βιβλίο στο πρώτο μέρος του, θίγει τα καίρια διλήμματα όλων των μέσων ενημέρωσης: τη σχέση του τύπου με τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, το παρελθόν και το παρόν, το αιώνιο ερώτημα αν οι δημοσιογράφοι ασκούν «επάγγελμα ή λειτούργημα», τη διελκυστίνδα μεταξύ εκδοτών και δημοσιογράφων, τη σχέση της δημοσιογραφίας με τη διαφήμιση, την επικοινωνία και τις δημόσιες σχέσεις.

Το δεύτερο μέρος είναι μια ανατομία της δουλειάς του «συντάκτη ύλης» και ένα απαραίτητο εγχειρίδιο για τους επίδοξους λειτουργούς της - με την επισήμανση ότι οι αρχές της, αν όχι τα μέσα, παραμένουν εξίσου επίκαιρα και αναγκαία στις σημερινές συνθήκες της ενημέρωσης και της διάχυσης της πληροφορίας.

Οι 390 σελίδες του βιβλίου του Δ. Κουμπιά, γραμμένες από έναν δάσκαλο για γενιές δημοσιογράφων και από τους κορυφαίους συντάκτες ύλης στην ελληνική δημοσιογραφία, αποτελούν απαραίτητο -και ευχάριστο!- ανάγνωσμα για όποιον θέλει να γνωρίσει τις ρίζες, τα διαχρονικά ζητήματα, τις τεχνικές απαιτήσεις και τις τελευταίες εξελίξεις ενός επαγγέλματος που, με όλες τις αστοχίες ή τις προκλήσεις, εξακολουθεί να υπηρετεί τη δημοσιότητα - δηλαδή το δημόσιο συμφέρον.

Το βιβλίο κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία και στο ηλεκτρονικό κατάστημα των Εκδόσεων Μπαρμπουνάκης: www.barbounakis.com 

Για περισσότερες πληροφορίες, επικοινωνήστε στο 2310 236 555
ή μέσω e-mail στο
Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε..

ISBN: 978-960-267-633-2 | Σελίδες: 390 | Έτος έκδοσης: 2025 | Τιμή: 20 ευρώ

Εκδόσεις Μπαρμπουνάκης

Και κάτι ακόμη από την εισαγωγή της 4ης έκδοσης: «Η δημοσιογραφία περνά κρίση. Ίσως γιατί δευτερογενώς αντανακλά ευρύτερη κρίση των κοινωνικών θεσμών, ίσως γιατί και η ίδια δοκιμάζεται από εγγενείς δυσχέρειες. Και ενώ η ποσότητα της προσφοράς μέσων και προσώπων είναι υπέρμετρη, η ποιότητα υστερεί καταφανώς. Στην ουσία σήμερα τείνει να υπερισχύσει η παραπληροφόρηση από την πληροφόρηση», έγραφε στον πρόλογο του βιβλίου του  “Ο Ξενοφών ως δημοσιογράφος“ ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος, πανεπιστημιακός, πολιτικός και προπάντων δημοσιογράφος.

Για τις… προθέσεις που μπαίνουν μπροστά στην πληροφόρηση, έχει γράψει και ο Αλμπέρ Καμύ, τονίζοντας ότι «δεν πρέπει να αποπληροφορούμε ούτε να υποπληροφορούμε. Ο κόσμος δεν είναι ούτε ρόδινος ούτε μαύρος. Είναι απλώς περίπλοκος». Προσθέτοντας ότι «εκλαΐκευση δεν σημαίνει χυδαιότητα» και πως «ο έντιμος Τύπος δεν πρέπει να ρέπει  ποτέ προς τον κιτρινισμό και την καταστροφολογία».

Εδώ βέβαια επισημαίνω το γεγονός ότι τα προαναφερθέντα γράφτηκαν πολύ πριν από την έλευση των διαδικτυακών ΜΜΕ, πολλά εκ των οποίων παραβιάζουν κατάφωρα τους συγκεκριμένους κανόνες. Ένα πρόβλημα διόλου αμελητέο, με δεδομένη  την ευρεία διάδοση του ίντερνετ στην εποχή των social media, με συνέπεια η πλειονότητα να  μπαινοβγαίνει στις ιστοσελίδες (καλές, κακές, φτηνές ή πολυτελείς) και στα social media σε ποσοστό γύρω στο 85%..Ποιος όμως αξιολογεί αυτό που ο καθένας λέει με καμάρι εγκυρότητας ότι «το είδε στο ίντερνετ»; Και μάλιστα δωρεάν, για να γεμίσουμε υπερπληροφορημένους και ξερόλες… τζαμπατζήδες πολίτες.

Φυσικά ουδείς καταδικάζει τη σωστή δημοσιογραφία στο διαδίκτυο, που μοιράζεται τους ίδιους στόχους με την παραδοσιακή δημοσιογραφία, την ενημέρωση του πολίτη· διαφέρει όμως από αυτήν σε καίρια σημεία, τα οποία επιχειρείται να αναδειχθούν στις σελίδες του βιβλίου.

Άλλωστε το 2009, ως μέλος του προεδρείου της ΕΣΗΕΑ είχα υποστηρίξει: «Επιβάλλεται να ρυθμίσουμε τις εργασιακές και ασφαλιστικές σχέσεις εργασίας των συναδέλφων μας στον ηλεκτρονικό τύπο, στα ΜΜΕ που “κυκλοφορούν” στο διαδίκτυο, είτε ως ηλεκτρονικές εκδόσεις εφημερίδων, είτε ως ανεξάρτητα ειδησεογραφικά portals. Η δουλειά τους είναι σαφώς δημοσιογραφική και συχνά αποτελεί πηγή άντλησης πληροφοριών από συντάκτες άλλων Μέσων Ενημέρωσης. Ένα πρόβλημα με πολλά αγκάθια, το οποίο πρέπει να λύσουμε θεσπίζοντας κανόνες που θα διασφαλίσουν τις εργασιακές σχέσεις με Συλλογικές Συμβάσεις, την ασφάλιση στο ΤΣΠΕΑΘ και την εγγραφή στην ΕΣΗΕΑ, με επακόλουθο την ένταξη στον ΕΔΟΕΑΠ. Κάποιοι από τους “ανησυχούντες” για το “πόσοι θα μπουν πια στον Οργανισμό”, ας μην ξεχνούν ότι η ηλεκτρονική δημοσιογραφία είναι το μέλλον του επαγγέλματος. Καιρός λοιπόν, να  αποδεχτούμε την εργασία στα Νέα Μέσα ως ισότιμη με αυτή στις εφημερίδες, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση ή τα γραφεία τύπου».

Φτάσαμε στο Σεπτέμβριο του 2017 για  να αποφασιστεί–  με πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ τη Μαρία Αντωνιάδου και τον γράφοντα πρόεδρο της ΠΟΕΣΥ –, η εγγραφή των δημοσιογράφων του διαδικτύου στις Ενώσεις Συντακτών όλης της χώρας.   

Σημειώνω ότι πριν από 20 χρόνια ένας άλλος Μπάμπης, ο εκδότης Χαρ. Μανιώτης, μου είχε προτείνει να γίνουν βιβλίο οι Σημειώσεις· και στο «Σημείωμα του Εκδότη» έγραφε: Διαβάζοντας τις «σημειώσεις» του Δημήτρη Κουμπιά για το «Συντάκτη ύλης» και τη δουλειά του, στην αρχική τους μορφή, όπως πρωτοεκδόθηκαν – στις αρχές της δεκαετίας του ’90 – «για σπουδαστές δημοσιογραφίας», διαπίστωσα ότι υπήρχαν πτυχές της ειδικότητας αυτής οι οποίες φωτίστηκαν και για μένα, που ως εκδότης βιβλίων, εφημερίδας και περιοδικού γνωρίζω πολύ καλά τη χρησιμότητά της. Έτσι, παρότρυνα τον Δ.Κ. να εμπλουτίσει τις «σημειώσεις» του με τις ηλεκτρονικές – διαδικτυακές εξελίξεις στο χώρο και να τις εκδώσουμε με τη μορφή βιβλίου. Όχι μόνο γιατί θα αποτελέσει βασικό εργαλείο των σπουδαστών που θα θελήσουν να εντρυφήσουν στη συγκεκριμένη ειδικότητα, αλλά επειδή πιστεύω ότι θα διαβαστεί και από εκείνους που ενδιαφέρονται να μάθουν πώς λειτουργούν «από μέσα» τα ΜΜΕ. Οι περισσότεροι ξέρουν όσους εμφανίζονται στη βιτρίνα, με την υπογραφή τους στα έντυπα, τη φωνή τους στα ραδιόφωνα ή την εικόνα τους στις τηλεοράσεις. Ξέρουν αυτούς που φέρνουν το ειδησεογραφικό υλικό, αλλά αγνοούν τους αφανείς εργάτες οι οποίοι το επεξεργάζονται για να το σερβίρουν ελκυστικό στον αναγνώστη, τον ακροατή, τον τηλεθεατή. Αφανείς εργάτες πάντως, που –κάποιοι από αυτούς– θα βγουν στο προσκήνιο σε διευθυντικές θέσεις, αφού η «Ύλη» είναι το καταλληλότερο εφαλτήριο επαγγελματικής αναρρίχησης. Το βιβλίο αυτό θα τους πληροφορήσει ακόμη με ποια κριτήρια γίνεται η αξιολόγηση των θεμάτων για τα οποία ενημερώνονται, αλλά και για το ρόλο της διαφήμισης και τα οικονομικά των Μέσων. Κι ακόμη, είναι χρήσιμο σε δημοσιογράφους που δεν είναι –ή δεν θέλουν να γίνουν– συντάκτες ύλης, αλλά θέλουν να γνωρίζουν τις τεχνικές και τον τρόπο σκέψης αυτών που θεωρούν… προκρούστες των κομματιών τους.

Στους «προκρούστες», προφανώς οδηγήθηκε από το εμπνευσμένο σκίτσο του Ηλία Σκουλά στο εξώφυλλο.

----------------------------------------------------------------------

* Το 1989, όταν ανέλαβα υπεύθυνος σπουδών στο τμήμα δημοσιογραφίας του Διεθνούς Ινστιτούτου Μέσων Ενημέρωσης (ΔΙΜΕ) που μετεξελίχθηκε στο αντίστοιχο τμήμα του ΙΕΚ "Ακμή", επιχείρησα να εντάξω στη διδακτέα ύλη και ένα μάθημα που απευθυνόταν σε όσους ήθελαν να ασχοληθούν ως  φριλάνς δημοσιογράφοι. Ετοίμασα μια σειρά σημειώσεων δέκα μαθημάτων – με τις αντίστοιχες ασκήσεις –, βασισμένος σε παραδόσεις μαθημάτων του London School of Journalism.

 Άμα τη εμφανίσει όμως, οι σημειώσεις, αλλά και η διαφημιστική εξαγγελία του μαθήματος από τη σχολή, προκάλεσαν την αντίδραση της ΕΣΗΕΑ, για την οποία η φριλάνς δημοσιογραφία ήταν απαγορευμένος όρος. Με κάλεσε και μου το επισήμανε «φιλικά» ο τότε πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Δημήτρης Μαθιόπουλος, λέγοντάς μου ότι «θα ανοίξουμε κερκοπόρτα στο επάγγελμά». Έτσι το συγκεκριμένο μάθημα βγήκε από το πρόγραμμα και δεν διδάχτηκε ποτέ.

  • Δημοσιεύθηκε