70 χρόνια “Φως των Σπορ”
Του Δημήτρη Γ. Κουμπιά
Εβδομήντα χρόνια ζωής συμπλήρωσε στις 11 Απριλίου 2025 Το “Φως των Σπορ”, η παλαιότερη από τις εν ζωή ελληνικές αθλητικές εφημερίδες. Στις 11 Απριλίου 1955 ο Θεόδωρος Νικολαΐδης εκδίδει το πρώτο φύλλο της εφημερίδας “Αθλητικόν Φως”, με 8 σελίδες και τιμή πώλησης 1,5 δραχμή, που έμελλε να γράψει Ιστορία στον αθλητικό -και όχι μόνο- Τύπο.
Δισεβδομαδιαία αρχικά – κάθε Δευτέρα και Πέμπτη –, μετονομάστηκε το 1956 σε “Φως των Σπορ”, για να εξελιχθεί στη συνέχεια σε ημερήσια. Σταδιακά η εφημερίδα κατάφερε να κερδίσει την αποδοχή και την αναγνώριση, χάρη στην εγκυρότητα, την αξιοπιστία και τον πλουραλισμό της, αποτελώντας συνώνυμο της παραδοσιακής ποιοτικής δημοσιογραφίας. Το ίδιο ισχύει και με το www.fosonline.gr που λειτουργεί από το 2018, παράλληλα με την έντυπη έκδοση.
Στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας μεταξύ των θεμάτων ξεχώριζαν το αφιέρωμα στο συγκλονιστικότερο δράμα όλων των εποχών, υπό τον τίτλο ο «Θρήνος της Σουπέργκα», αναφορά στο αεροπορικό δυστύχημα που αποδεκάτισε την ομάδα της Τορίνο, το άρθρο για την Ντιναμό Μόσχας, «τη θρυλική ομάδα του Σαλνίκωβ», όπως και αυτό «για τον Κώστα Χούμη: Όταν αλώνιζε στα ξένα γήπεδα», αλλά μεταξύ άλλων και το αφιέρωμα στον Ντίνο Βέλλα με τίτλο «Ζη ή πέθανε ο Βέλλας; Το μυστήριο που καλύπτει την εξαφάνισή του». Το αφιέρωμα υπέγραφε ο πρώτος μου αρχισυντάκτης, στον “Αθλητικό Κήρυκα”, Νίκος Άγας (http://www.redsagainsthemachine.gr/articles/150129/i-istoria-toy-ntinoy-bella-kata-tin-katoxi).
Σύμφωνα με την el.wikipedia.org, «ιδρυτές της εφημερίδας υπήρξαν οι δημοσιογράφοι Κωνσταντίνος Σισμάνης και Θεόδωρος Νικολαΐδης, με τον πρώτο σύντομα να αποχωρεί. Πρώτος αρχισυντάκτης της εφημερίδας υπήρξε ο Γιάννης Χιωτάκης, ο οποίος πριν εργαζόταν μαζί με Νικολαΐδη και Σισμάνη στην “Αθλητική Ηχώ”. Ο Νικολαΐδης ήταν μέχρι και τον θάνατό του, στις 18 Μαρτίου 2017, ο ιδιοκτήτης της εταιρείας και εκδότης-διευθυντής της».
Το “Φως”, στο πρωτοσέλιδο της Παρασκευής 11 Απριλίου 2025, τα λέει όλα:
Στο “Φως” βρέθηκα αρχές του 1962 συστημένος από τον Λυκούργο Κομίνη, που εργαζόταν ήδη εκεί. Όπως γράφω στην πρώτη ανάρτησή μου στις ΣΕΛΙΔΕΣ, «με τον Λυκούργο βρεθήκαμε σε πολλές εφημερίδες. Διευθυντής μου στα “Σημερινά”, επί της ύλης και οι δύο στην “Απογευματινή” και συναρχισυντάκτες στην “Ελευθεροτυπία”. Τελευταία μας επαγγελματική συνάντηση το 1982, στην …. πόρτα του “Έθνους”. Εκείνος έφευγε για να αναλάβει διευθυντής σύνταξης στα “Νέα” κι εγώ πήγαινα στην ίδια θέση στο “Έθνος της Κυριακής”.
Η πρώτη μας συνύπαρξη πάντως ήταν στο “Φως”. Το 1962 συναντηθήκαμε τυχαία στο παλιό Καραϊσκάκη – Ολυμπιακοί και οι δύο – και με ρώτησε αν θέλω να δουλέψω στο “Φως”. Φυσικά είπα ναι. Με πρότεινε στον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Γιάννη Χιωτάκη, με δέχτηκε «και μια που έμενα στη Ν. Φιλαδέλφεια» μου ζήτησε να παρακολουθώ τις προπονήσεις της ΑΕΚ, βοηθώντας τον διαπιστευμένο συντάκτη που κάλυπτε το ρεπορτάζ της ομάδας.
Στο μεταξύ είχα μπει στην Πάντειο και είχα αρχίσει να δουλεύω σαν μαθητευόμενος στην «Ελευθερία», όχι πάντως στο αθλητικό. Ωστόσο, η ενασχόλησή μου με την ΑΕΚ με οδήγησε στο μηνιαίο περιοδικό “Αθλητικά Χρονικά”, όπου ανάλαβα, ως διαπιστευμένος πλέον, το ρεπορτάζ της ομάδας. Κι αυτό είχε σαν συνέπεια την απόλυσή μου από το “Φως”.
Αιτία, μια συνέντευξη που πήρα από τον Μίμη Παπαϊωάννου, για λογαριασμό του περιοδικού, που τον «έκανε» εξώφυλλο. Ήταν η πρώτη συνέντευξη που έδινε ο Παπαϊωάννου και αυτό προκάλεσε την μήνη του αρχισυντάκτη του “Φωτός”. «Είχες τέτοια συνέντευξη και δεν μου την έφερες;» είπε οργισμένος.
Του εξήγησα ότι μου την είχε αναθέσει ο αρχισυντάκτης μου στο περιοδικό Γ. Μωραΐτης και ότι εκεί ήμουν ο διαπιστευμένος στην ΑΕΚ, αλλά δεν δέχτηκε κουβέντα και με απέλυσε. Μου ζήτησε μάλιστα να επιστρέψω την ταυτότητα της εφημερίδας. Μόλις την πήρε, την κατέστρεψε αφού πρώτα ξήλωσε τη φωτογραφία και μου την έδωσε.
![]() |
Το… απομεινάρι της ταυτότητας. Στη φωτογραφία διακρίνεται μέρος της σφραγίδας, με τη λέξη ΣΠΟΡ. |
Στο “Φως” πάντως είχα την ευκαιρία να γνωρίσω «ιερά τέρατα» της αθλητικής δημοσιογραφίας στα μάτια μου, όταν τους διάβαζα από τα παιδικά μου χρόνια, όπως οι Διονύσης Τζεφρώνης, Σεραφείμ Ευαγγελίου και Βασίλης Μιχαλόπουλος – πατέρας της δημοσιογράφου και συγγραφέως Αμάντας Μιχαλοπούλου – και φυσικά τον θρυλικό εκδότη - διευθυντή Θεόδωρο Νικολαΐδη.
Ο τελευταίος με εντυπωσίασε 43 χρόνια μετά, όταν το 2005 στο πλαίσιο προεκλογικής περιοδείας ενόψει αρχαιρεσιών στην ΕΣΗΕΑ επισκέφθηκα τα γραφεία του “Φωτός”, τα οποία είχαν μεταφερθεί από την οδό Πειραιώς που ήξερα εγώ, στη λεωφόρο Αθηνών. Ο Νικολαΐδης, που παρακολουθούσε τη συζήτηση των υποψηφίων με τους συναδέλφους, με πλησίασε λέγοντας: «Εσύ πρέπει να έχεις περάσει από ‘δώ».
«Πράγματι», είπα. «Αλλά τότε… είχα μαλλιά και δεν είχα μούσι. Κι έχουν περάσει πάνω από 40 χρόνια. Πώς με αναγνωρίσατε;»
«Το βλέμμα παραμένει ίδιο», ήταν η απάντησή του.
Πέρασαν από το Φως
Εκτός από τους προαναφερθέντες συναδέλφους, σύμφωνα πάλι με την wikipedia, κατά καιρούς εργάστηκαν στην εφημερίδα οι:Κώστας Αριδάκης, Μανώλης Γαβαθιώτης, Γιώργος Γαβαλάς, Νικήτας Γαβαλάς, Πάνος Γεραμάνης, Ντέπυ Γκολεμά, Νικόλαος Γκούμας, Γιάννης Διακογιάννης, Βαγγέλης Δουκάκος, Μανώλης Δράκος, Ηλίας Δρυμώνας, Κωνσταντίνος Ίντος, Γιάννης Καραλής, Δημοσθένης Καρμοίρης, Δημήτρης Καρύδας, Γιώργος Καστρινάκης, Ηρακλής Κοτζιάς, Θοδωρής Κοτσώνης, Μπάμπης Κουβαράκης, Τέρενς Κουίκ, Στέφανος Κούμπης, Γιώργος Κουσουνέλος, Νίκος Κριτσωτάκης, Φαίδων Κωνσταντουδάκης, Πέτρος Λινάρδος, Γιάννης Μαμουζέλος, Μανώλης Μαυρομμάτης, Άγγελος Μενδρινός, Ανδρέας Μερεντίτης, Θόδωρος Μπαλφούσιας, Ανδρέας Μπέτσης, Νίκος Μποζιονέλος, Δήμος Μπότσαρης, Γιώργος Μυρισκλάβος, Όλγα Νικολαΐδου, Κώστας Νικολακόπουλος, Χάρης Ξύδης, Χρήστος Παγανής, Μιχάλης Ζολώτας, Νίκος Παπαδογιάννης, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Μάκης Παπαζήσης, Δημήτρης Πουλιάσης, Γιώργος Ρουσάκης, Μένιος Σακελλαρόπουλος, Στράτος Σεφτελής, Βασίλης Σκουντής, Αλέξης Σπυρόπουλος, Μάνος Σταραμόπουλος, Νίκος Συνοδινός, Φίλιππος Συρίγος, Σταύρος Τσώχος, Χρήστος Φασούλας, Πάνος Φιαμέγκος, Νίκος Φύριος, Κώστας Χαλέμος, Βασίλης Χατζηγιάννης.
Κάποιοι που ξεκινήσαμε ως αθλητικοί συντάκτες, πήραμε άλλους δρόμους στη δημοσιογραφία. Ωστόσο, η αθλητική δημοσιογραφία ήταν ένα σπουδαίο σχολείο, που έδινε γερές βάσεις.